Με φίλους απ’ την Λάμψακο
Εις την Αθήνα πάει
Κάνει έναν Κήπο για σχολή
Και τότε ξεκινάει
Του Κήπου η βάση ήτανε
Των φίλων κοινωνία
Με στόχο τους την ηδονή
Και την ευδαιμονία
Σαν σκέψη με το όφελος
Ξεκίναγε η φιλία
Μα αποδεικνύονταν γερή
Στου χρόνου την πορεία
Γιατί είχαν στόχο τους κοινό
Την φρόνηση, την γνώση
Και η φιλία μοναχά
Μπορούσε να τα δώσει
Είναι η φιλία αγαθό
Που πρέπει να το χτίσεις
Γι’ αυτό και την φιλία σου
Πρέπει να την τιμήσεις
Μέσα ήταν ισότιμοι
Οι δούλοι κι πολίτες
Οι εταίρες και οι σύζυγοι
Φτωχοί, κοσμοπολίτες
Εκεί υπήρχε ισότητα
Στο φύλο και στην τάξη
Ακόμα και αλλογενής
Μπορούσε να διδάξει
Μας είπε ο Επίκουρος
Για την αταραξία
Και την χαρά του σώματος
Που φέρνει η απονία
Και για ανάγκες μίλησε
Που λέμε φυσικές
Στέγη, τροφή και ένδυση
Για κρύο και βροχές
Είπε πως είναι εύκολο
Αυτά να τα αποκτήσεις
Μα τις επιθυμίες σου
Θα πρέπει να ορίσεις
Κι είπε πως είναι δύσκολα
Με τις επιθυμίες
Πως είναι δίχως όρια
Κι έχουν αδυναμίες
Πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος
Φρονούσε ο Πρωταγόρας
Κι ο Επίκουρος το έκανε
Πράξη της κάθε ώρας
Κι έκανε τα κριτήρια
Με βάση τούς ανθρώπους
Με μέτρο τους την λογική
Την φύση κι άλλους τρόπους
Και τον Κανόνα έκανε
Το κάθε τι να κρίνεις
Να μην πιστεύεις άκριτα
Κι όλα τα καταπίνεις
Τα πάθη, τις αισθήσεις μας
Καθώς και τις προλήψεις
Αλλά και της διάνοιας
Φανταστικές συλλήψεις
Κι αν πάλι νιώθεις χάνεσαι
Πολλές επιλογές
Αμέσως γύρισε με μιας
Στις πρώτες τις αρχές
Ένα να ξέρεις σίγουρα
Και τούτο να σου μείνει
Τίποτα από το τίποτα
Δεν πρόκειται να γίνει
Η ύλη ποτέ δεν χάνεται
Η δράση της δεν παύει
Σκορπίζεται, συντίθεται
Κι όλο μορφές αλλάζει
Μιλούσε για μετέωρα
Πλανήτες και αστέρια
Κι έδειχνε τον κόσμο μας
Απλώνοντας τα χέρια
Χιλιάδες κόσμοι σαν κi εμάς
Μετέωρα, κομήτες
Και άστρα σαν τον ήλιο μας
Και σαν τη γη πλανήτες
Βλέποντας τούτο τον χαμό
Τι είναι θάνατος, τι ζήση
Απλώς μία εναλλαγή
Της σκόνης μες τη φύση
Θεομηνίες και σεισμοί
Λιμοί, κατολισθήσεις
Δεν είναι τίποτα απ’ αυτά
Εκδίκηση της φύσης
Ο φόβος είναι κι άγνοια
Για τα δεινά της φύσης
Μα οι απορίες χάνονται
Άμα την μελετήσεις
Δεν εκδικείται η φύση μας
Τον δρόμο της τραβάει
Και με τις παρεκκλίσεις της
Διορθώνει και χαλάει
Την φύση να παρατηρείς
Γιατί σου δίνει γνώση
Και έρχεται κι φρόνηση
Να στο ανταποδώσει
Τα μάτια τότε ανοίγουνε
Κι η γνώση διώχνει φόβο
Κι ότι εχθές σε τρόμαζε
Τώρα δεν θα ‘χει λόγο
Κάτι είναι αποτέλεσμα
Συχνά πολλών αιτίων
Γι’ αυτό μην είσαι απόλυτος
Κρίνοντας εξ ιδίων
Δες την επιμαρτύρηση
Τις αντιμαρτυρήσεις
Κι αν το θέμα είναι σωστό
Τότε μην διαφωνήσεις
Γι άλλα πάλι θέματα
Κρίνε συνολικά
Απ’ το μερικό στο γενικό
Και δες το τελικά
Είπε την τετραφάρμακο
Που είναι μια σπουδή
Του πως να έχει ο άνθρωπος
Καλύτερη ζωή
Και ο θεός μακάριος
Είναι μακριά απ’ όλα
Δεν ασχολείται ούτε με σε
Ούτε με τ’ άλλα όλα
Ότι κι αν λεν για θάνατο
Που όλους τους τρομάζει
Όσο εσύ είσαι εδώ
Αυτός απουσιάζει
Πάντοτε δέξου το καλό
Με εγκράτεια μεγάλη
Και όταν έρθει το κακό
Καρτερικότης πάλι
Μην θες να σε λυπούνται
Σε κάθε συμφορά
Γιατί θα σε θυμούνται
Μονάχα στην χαρά
Να είσαι πάντα ολιγαρκής
Και να απολαμβάνεις
Ότι με κόπο κέρδισες
Και με τιμή το κάνεις
Ποτέ να μην κομπάζεις
Για κάθε σου καλό
Γιατί η τύχη είναι άστατη
Και θέλει μέτρο απλό
Δημόκριτος και Επίκουρος
Είχανε διαφορές
Σ’ ατομική θεώρηση
Που ήταν σοβαρές
Ο Μαρξ στην πρώτη διατριβή
Που ΄κανε στο πτυχίο
Επρόσεξε τις διαφορές
Που είχαν αυτοί οι δύο
Έκατσε και μελέτησε
Την μία και την άλλη
Και βρήκε του Επίκουρου
Έγκυρα πιο μεγάλη
Είδε πως ο Επίκουρος
Έγραφε για κινήσεις
Συγκρούσεις μ’ άλλα άτομα
Βάρος και παρεκκλίσεις
Μίλησε για άτομα, κενό
Της ύλης αφθαρσία
Για τύχη, αναγκαιότητα
Κι απροσδιοριστία
Έτσι η γνώση έμεινε
Στον κόσμο να γυρίζει
Λες και την έγραψε εχτές
Για να μας βασανίζει
Έρχεται και η κβαντική
Αυτή η καινούρια γνώση
Τον δάσκαλο Επίκουρο
Να επιβεβαιώσει
Για την φιλοσοφία δε
Κι ο Νίτσε είπε ακόμα
Μετά από τον Επίκουρο
Δεν μπήκε ούτε ένα κόμμα