Ας ξεκινήσουμε με κάτι από την Ομήρου Οδύσσεια.
Όταν ο Οδυσσέας γύρισε στην Ιθάκη και κατάφερε να βάλει στο στόχαστρο απέναντί του τους μνηστήρες, πρώτον σκότωσε τον Αντίνοο. Αυτόν δηλαδή που αντιμάχεται την νόηση, που συσκοτίζει και θολώνει την σκέψη.
Έτσι έγραψε και για τον Επίκουρο ο Λουκρήτιος, ότι δηλαδή με την διδασκαλία του έδιωχνε τα σκοτάδια από τα μυαλά των ανθρώπων.
Ας κλέψουμε λοιπόν και εμείς κάτι λίγο από την δόξα του Οδυσσέα, μιά και προσπαθούμε να επιστρέψει η Επικούρεια φιλοσοφία στον τόπο που γεννήθηκε.
Και πρώτος στόχος φυσικά ο Αντίνοος. Ο ιδεαλισμός και η ανατολίτικη σκέψη που άπλωσε τα σκοτάδια της από τον αγράμματο θρησκόληπτο μέχρι τον μορφωμένο, τον “δήθεν” προοδευτικό και επαναστάτη.
Δεν θα κάνουμε εδώ θεωρητικού τύπου φλύαρες αναλύσεις. Θα πούμε λίγα και πρακτικά.
Φυσικά και δεν θα ασχοληθούμε με πολιτικές – κοινωνικές – ιδεολογικές αναλύσεις. Όλα αυτά έχουν τα όριά τους και τις συνταγές τους. Ενώ η φιλοσοφία είναι η σκέψη χωρίς όρια.
Και επειδή ο Αντίνοος δεν είναι ένας και μοναδικός, όπως ακριβώς δεν υπάρχει μόνο μία αιτία για κάθε φαινόμενο, θα ασχοληθούμε λίγο με έναν από αυτούς. Με την απόσταση ανάμεσα στην φιλοσοφική σκέψη και την φιλοσοφική ζωή.
Σε αυτό θα χρησιμοποιήσουμε απόψεις ενός Γάλλου συγγραφέα, του Μισέλ Ομφραί, από το βιβλίο του “Η δύναμη της ύπαρξης – Ηδονιστικό μανιφέστο”.
Υπάρχει η άποψη ότι ολόκληρη η αρχαία φιλοσοφία έχει ως στόχο την φιλοσοφική ζωή. Δηλαδή ότι υπήρχε συνέπεια ανάμεσα στην διδασκαλία ενός φιλοσόφου και την ζωή του. Επίσης ότι αυτό άρχισε να αλλάζει μετά την επιβολή του Χριστιανισμού ως κρατικής θρησκείας. Αυτό έχει γίνει αποδεκτό από τους Κήπους με βάση μία εισήγηση του Χρήστου Γιαπιτζάκη πριν από χρόνια και πάνω σε αυτό έχει γράψει και ο Δημήτρης Δημητριάδης.
Ο Μισέλ Ομφραί διατυπώνει μία διαφορετική άποψη, ότι ήδη από τον Πλάτωνα η θεωρητική φιλοσοφία δεν ασχολείται και δεν οδηγεί σε υπαρξιακή πρακτική, δηλαδή σε μία ζωή του ανθρώπου εναρμονισμένη με την φιλοσοφία του.
Και αυτό το δικαιολογεί ως εξής: Η Ακαδημία ήταν η σχολή της ελίτ, εκεί φοιτούσαν τα παιδιά των αρχόντων και των πλουσίων, δηλαδή τα παιδιά της εξουσίας, που ήταν προορισμένα να κυβερνήσουν. Εκεί μάθαιναν να κυβερνούν περισσότερο τους άλλους και λιγότερο τον εαυτό τους. Είναι γνωστό ότι υπήρχε η μυστική διδασκαλία γι αυτά τα άτομα, που είναι το μόνο έργο του Πλάτωνα που δεν σώθηκε, γιατί ήταν προφορικό. Εδώ ο Ομφραί κάνει έναν παραλληλισμό του Πλάτωνα με τον Ευσέβιο της Καισαρείας: «Βάσει της αρχής του διανοουμένου αυλικού, του φιλοσόφου της εξουσίας, ο Ευσέβιος της Καισαρείας, φίλος και εγκωμιαστής του Κωνσταντίνου, δίνει τον τόνο: Ο φιλόσοφος θέτει την ικανότητά του ως προς την σύλληψη εννοιών, την συλλογιστική του δύναμη, το ταλέντο του στον στοχασμό, στην υπηρεσία ενός σκοπού που δικαιολογεί και νομιμοποιεί συμβιβασμούς με την ιστορία, τα αρχεία, την αλήθεια».
Στον χώρο της φιλοσοφίας λοιπόν ο Αντίνοος παρατάσσεται πίσω από την εξουσία.
Η τάση αυτή κυριαρχεί, είναι θεωρητική δεν την απασχολεί η υπαρξιακή πρακτική, ασχολείται με επιχειρήματα πάνω σε θεωρητικά ζητήματα, με έννοιες και διαπλοκή εννοιών, με ασήμαντα ζητήματα και ατέλειωτες φλυαρίες και ρητορείες. Και εδώ στον δικό μας Κήπο αισθανθήκαμε πολλές φορές αυτή την ασυναρτησία τους: Μα, πως, μας λένε δεν θα μιλήσετε περί της αληθείας; Γιατί δεν θέλετε; Ο άνθρωπος πρέπει να σκέπτεται, εσείς δεν θέλετε να σκέπτεστε;
Πίσω από την εξουσία δεν παρατάχθηκε μόνο ο Χριστιανισμός, ως μοναδικός κάτοχος της «αληθινής φιλοσοφίας», αλλά και στην περίπτωση του Ναζισμού και του Κομμουνισμού. Σε αυτές τις περιπτώσεις, όπως είχαν τους πληρωμένους κονδυλοφόρους της δημοσιογραφίας, έτσι είχαν και τους πληρωμένους κονδυλοφόρους της φιλοσοφίας. Η θολούρα τους έφτασε σε τέτοιο σημείο, ώστε να θεωρούν φυσικό να μας ρωτάνε: Πείτε μας τις πολιτικές σας πεποιθήσεις για να καταλάβουμε που το πάτε στην φιλοσοφία σας. Γιατί θολούρα; Διότι η φιλοσοφία βρίσκεται στα θεμέλια της ιδεολογίας, ενώ αυτοί νομίζουν ότι είναι προέκταση της ιδεολογίας.
Εδώ εμφανίζεται και λίγη αισιοδοξία: «Η υπαρξιακή πρακτική επιμένει. Περιέργως, η Επικούρεια κοινότητα θα μπορούσε κάλλιστα, με κάποιες θεωρητικές διασαφηνίσεις να είναι η απόδειξη της συνέχειας μιας φιλοσοφικής υπαρξιακής πρακτικής: η θεωρία έχει ως στόχο την εφαρμογή, οι ιδέες παίρνουν σάρκα και οστά. . . . . Το αρχαίο πνεύμα σήμερα προσφέρει ακόμα μία ευκαιρία να βγούμε από το αδιέξοδο στο οποίο συχνότατα βυθίζεται η θεωρητική φιλοσοφία – η κυρίαρχη στο πανεπιστήμιο και τους επίσημους χώρους της φιλοσοφίας. Τάσσομαι υπέρ της επανενεργοποίησης αυτού του πνεύματος της αρχαίας υπαρξιακής φιλοσοφίας».
Και βέβαια το θέμα δεν μπορεί να μένει χωρίς αντίλογο: Από που και ως πού εσείς οι Επικούρειοι έχετε δίκιο; Γιατί δεν δέχεστε τον Πλάτωνα; Τον Πλάτωνα τον δέχονται όλοι οι καθηγητές του Πανεπιστημίου. Δεν εξηγείται διαφορετικά, είστε δογματικοί και φοράτε παρωπίδες. Αυτά τα έχουμε ακούσει.
Και ποιά η απάντηση;
«Η απόδειξη του φιλοσόφου; Η ίδια του η ζωή. Οι φιλοσοφικές απόψεις που δεν συνοδεύονται από μία φιλοσοφική ζωή, δεν αξίζουν ούτε ένα δευτερόλεπτο προσοχής».
Πως θα κρίνουμε έναν φιλόσοφο; Από την ζωή του. Ο φιλόσοφος είναι φιλόσοφος είκοσι τέσσερεις ώρες το εικοσιτετράωρο. Και θα θέσω το ερώτημα στους Πλατωνικούς: Ο Πλάτωνας είναι Πλάτωνας μόνο όταν γράφει το έργο του; Όταν μαστιγώνει τον δούλο του σταματάει να είναι ο Πλάτωνας; Πως αποδέχεστε έναν τέτοιο σχιζοφρενικό διαχωρισμό;
Να λοιπόν η χρησιμότητα του Κήπου. Επαναφέρει το μεγάλο θέμα της στενής σχέσης ανάμεσα στον στοχασμό και την ζωή. Αυτό κατά την άποψή μου είναι και το βέλος που θα διαπεράσει τον Αντίνοο.
Γεώργιος Καπλάνης
14/12/2015