Search
Close this search box.

Ο Πάτερ – Επίκουρος

Το σημερινό μας θέμα θα είναι μία περιήγηση, μία ξεκούραστη και “χαλαρή” περιήγηση σε παρεξηγημένες πλευρές της Επικούρειας φιλοσοφίας. Είναι φυσικό να υπάρχουν παρεξηγήσεις, αλλά και παρανοήσεις των δοξασιών της Επικούρειας φιλοσοφίας. Και είναι φυσικό αυτό να γίνεται είτε σκόπιμα, είτε κατά λάθος, από ανθρώπους που έχουν επιφανειακή σχέση με την φιλοσοφία μας και την κρίνουν με βάση τις δικές τους πεποιθήσεις και τον δικό τους τρόπο ζωής.

Ασκητισμός

Πριν δύο χρόνια, σε ένα βιβλίο που δημοσίευε εργασίες για την Επικούρεια φιλοσοφία, διάβασα ένα άρθρο που ανέφερε ότι η φιλοσοφία μας είναι “ασκητική φιλοσοφία” και ότι υπάρχει “Επικούρειος ασκητισμός”. Ας μη το σχολιάσω, είπα, μπόρα είναι, θα περάσει. Στην συνέχεια, στο Ετήσιο Συμπόσιο, άκουσα και μία δημόσια ομιλία, όπου το αυτί μου έπιασε λεγόμενα για τον ασκητισμό, την φιλανθρωπία, την ταπεινότητα, και όλα αυτά να συσχετίζονται με την Επικούρεια φιλοσοφία. Αυτή η παρανόηση με πείραξε. Με πείραξε ακόμα το γεγονός ότι ο ομιλητής χρησιμοποίησε όχι τον Κανόνα, αλλά την Αριστοτελική Λογική στην ανάλυσή του, και ακόμα πιο πολύ με πείραξε το χειροκρότημα στο τέλος. Πόσο λάθος εντυπώσεις θα έπαιρνε μαζί του το ακροατήριο:
Βρε μπας και ο Επίκουρος δίδασκε ασκητισμό και μας το κρύβανε;

Γιατί η λέξη “ασκητισμός” δημιουργεί εντυπώσεις. Η λέξη αυτή δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ από την Επικούρεια φιλοσοφία. Άρα, δεν χρησιμοποιούμε συνειρμούς από κάποιο αρχαίο κείμενο, αλλά, για να εντοπίσουμε το περιεχόμενό της, χρησιμοποιούμε τις προλήψεις μας, την εμπειρία μας, τις προσλαμβάνουσες παραστάσεις.

Όλοι εδώ στην Θεσσαλονίκη, πλην εξαιρέσεων, έχουμε επισκεφθεί το “Άγιον Όρος”. Αλλά δεν είναι ανάγκη να πάει κανείς μέχρι εκεί για να δημιουργήσει “προλήψεις” περί του ασκητισμού, μία απλή βόλτα στην Αριστοτέλους αρκεί. Εξ άλλου τόσες και τόσες εικόνες και πληροφορίες δημοσιεύονται για τους ασκητές.

Στο πεδίο, λοιπόν, των εντυπώσεων, η χρήση της λέξης αυτής προκαλεί παρανόηση του περιεχομένου της φιλοσοφίας μας.

Γιατί για τον άνθρωπο της καθημερινότητας, ασκητισμός είναι ένας τρόπος ζωής μακριά από τον κόσμο, ένας τρόπος ζωής με στερήσεις, με έλλειψη συναναστροφών και με έλλειψη ερωτικής ζωής.

Μετά ανέτρεξα στα δικά τους κείμενα, στα λεξικά: Ασκητισμός, βλέπε Μοναχισμός. Καταλαβαίνετε φυσικά τι επακολούθησε. Ασκητισμός ή Μοναχισμός : Η επιδίωξη του ηθικού και θρησκευτικού ιδεώδους της “τελειώσεως”. Η θρησκευτική ή και φιλοσοφική ηθική, που στηρίζεται στην περιφρόνηση του σώματος και των σωματικών αισθήσεων (!) και αποβλέπει μέσα από σωματικούς πόνους την επικράτηση της ψυχής επί των ενστίκτων και των παθών. Πρακτικά περιλαμβάνει την τακτική άσκηση σωματικών στερήσεων ή και σωματικών απονεκρώσεων.
Και απονεκρώσεων ;

Ε, όχι και απονεκρώσεων ρε παιδιά, κόψτε κάτι.

Και ο Ωριγένης τελικά τόκοψε. Και άρχισαν να το κόβουνε και άλλοι χριστιανοί, μέχρι που η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος της Νικαίας (325 μχχ) απαγόρευσε να το κόβουνε. Δηλαδή απαγόρευσε τον αυτοευνουχισμό. Τον σωματικό αυτοευνουχισμό, εννοείται.

Μετά από αυτά, μιάς και ήδη έχουμε μία εικόνα τι είναι Επικούρειος τρόπος ζωής, αποκτήσαμε και μία εικόνα τι είναι ασκητισμός, και μπορούμε πλέον να συνθέσουμε αυτά τα δύο και να σχηματίσουμε μία εικόνα του τι είναι Επικούρειος Ασκητισμός. Στις προλήψεις μας υπάρχει ήδη η εικόνα του Επίκουρου. Οι φανταστικές επιβολές της διανοίας μας μπορούν πλέον να προσθέσουν “ασκητισμό” και να συνθέσουν την εικόνα του Ασκητή Επίκουρου.

Αν ανατρέξουμε στις πρώτες αρχές, όπως μας ζητάει ο Κανών, θα φθάσουμε σε μία από τις αρχικές θεμελιώδεις διαφορές που κάνει την Επικούρεια φιλοσοφία και τον ασκητισμό ασύμβατα μεταξύ τους.

Η Επικούρεια φιλοσοφία θεωρεί σώμα και ψυχή ως ένα, δηλαδή διδάσκει τον μονισμό. Ο Ασκητισμός στηρίζεται στον δυισμό, ότι δηλαδή άλλο το σώμα και άλλο η ψυχή. Από εκεί και πέρα, ο όποιος συσχετισμός τους και σύγκρισή τους, που θα αφορά τα επί μέρους, θα είναι επουσιώδης και θα παραπλανά δημιουργώντας εντυπώσεις. Και αυτό, πολύ απλά, γιατί ο συνδυασμός – η “επίζευξη”, (ή η σύζευξη κατά τον Παναγιώτη Παπαβασιλείου) – των επί μέρους, δεν θα μπορεί να επιβεβαιώσει – να ανασυνθέσει – την γενική καθ έκαστον εικόνα. Δηλαδή δεν θα μπορεί να συνθέσει ούτε την εικόνα του ασκητή, ούτε την εικόνα του Επικουρείου. Δηλαδή την εικόνα κάποιου, ο οποίος, και θα τιμωρεί το σώμα του και συγχρόνως θα φροντίζει να ικανοποιεί τις επιθυμίες του;
Αλλά ας μη φθάσουμε σε τέτοιες κουραστικές καταστάσεις.

Πάντως να μην ασχοληθούμε με το προφανές και το εύκολο, να κατηγορήσουμε δηλαδή του χριστιανούς για αυτήν την αφύσικη και ασεβή στάση απέναντι στον άνθρωπο.
Γιατί ασεβή;

Γιατί το σώμα είναι ιερό για την Επικούρεια φιλοσοφία: “εις την του ιερού σώματος θεραπείαν” , που μεταφράζεται “για την φροντίδα του ιερού σώματος”. Το απόσπασμα προέρχεται από το βιβλίο του Πλούταρχου “Προς Κωλώτην”, όπου, προσοχή(!), ο Πλούταρχος αναφέρει απόσπασμα του Επίκουρου από επιστολή προς τον Ιδομενέα. Τον ίδιο σεβασμό απέναντι στο σώμα δείχνει και ο αγαπημένος μου Φρίντριχ Νίτσε. Και είναι αυτονόητο, αφού ο Νίτσε είναι δομημένος πάνω στον Επίκουρο, όπως ο χριστιανισμός είναι δομημένος πάνω στον Πλάτωνα. Εδώ θα ήθελα να ευχαριστήσω την Έλλη Πένσα που μου θύμισε το σχετικό κεφάλαιο από τον Νίτσε σε συζήτησή που είχαμε.

Ο Ζαρατούστρα, λοιπόν, στρέφεται προς τους αρνητές του σώματος και τα λέει με τον δικό του τρόπο, όχι με την Επικούρεια πραότητα, αλλά χρησιμοποιώντας “σφυρί”:

“”Εκείνος όμως που έχει ξυπνήσει , εκείνος που ξέρει, λέει: Είμαι σώμα πέρα για πέρα, και τίποτε άλλο. Και η ψυχή δεν είναι παρά μία λέξη για κάτι που ανήκει στο σώμα. Το σώμα είναι ένα μεγάλο λογικό, μία πολλότητα που έχει ένα νόημα, ένας πόλεμος και μία ειρήνη, ένα κοπάδι και ένας βοσκός. Το μικρό σου λογικό αδελφέ μου, το οποίο ονομάζεις “πνεύμα”, είναι και αυτό ένα μικρό εργαλείο και παιχνίδι του μεγάλου λογικού σου . . . Το δημιουργικό σώμα δημιούργησε το πνεύμα ως ένα χέρι της θέλησής του””. (1)

Πόσο εύκολα μπορεί να νοιώσει αυτά τα λόγια κάποιος που βιώνει την Επικούρεια φιλοσοφία!

Αρνητές του σώματος, λοιπόν, κατά τον Νίτσε, ή όπως τους ονομάζει ο Διογένης Οινοανδέας “τους ακολουθούντας ταις κενές δόξες της ψυχής και μη ακούοντας σώματος εκκλήσεις”.(2) Και πόση απέχθεια, τουλάχιστον απέχθεια, αισθάνεται ο Επικούρειος προς τον αρνητή του σώματος.

Σαν αυτόν που παρουσιάζει ο Πλάτων, μέσω του Σωκράτη, στον “Φαίδωνα” όπου με τον θάνατο η ψυχή απαλλάσσεται από το σώμα σαν να απαλλάσσεται από τα δεσμά.

Αλλά και οι Στωικοί, που δέχονται την υλική ύπαρξη της ψυχής, πολέμησαν την Ελληνικότητα, αλλά με τον δικό τους επίσης ανατολίτικο τρόπο. Η αυστηρή αυτή φιλοσοφία του Στωικισμού, που επέτρεπε την χαρά μόνο όταν κάποιος έκανε το καθήκον του, έγινε το ιδεώδες του χριστιανικού μοναχισμού μέσω του Νείλου Σιναϊτη που αντέγραψε το Εγχειρίδιον του Επίκτητου και το καθιέρωσε ως προετοιμασία για την μοναστηριακή ζωή. Ο απόλυτος ντετερμινισμός και η αυστηρή πειθαρχία των Στωϊκών επηρέασε τον χριστιανισμό των Διαμαρτυρομένων και από αυτόν επηρεάστηκε ο Καντ. (Γιαπιτζάκης Επικουρείων Δόξαι σελ. 60). Το “καθήκον” του Καντιανού ιδεαλισμού το βίωσε η ανθρωπότητα με σκληρό τρόπο.

Και ο ασκητισμός στην αρχαία Ελλάδα; Μήπως όλα τα παραπάνω δεν ισχύουν, γιατί ο Επίκουρος πραγμάτωνε τον ασκητισμό με το περιεχόμενο που του έδινε ο αρχαίος Ελληνικός πολιτισμός;

Αν εξαιρέσουμε τα ανατολίτικα ρεύματα που ερχόταν κατά καιρούς προς την Ελλάδα, ο Έλληνας την καταπόνηση του σώματος, την καταπίεση και περιορισμό φυσικών σωματικών αναγκών την ξέρει μονάχα από την άποψη της σκληραγωγίας, που για σκοπό έχει μία ανώτερη κυριαρχία και αποδοτική ικανότητα του σώματος. Γι αυτό και ασκητής σημαίνει κυρίως αθλητής. Χρησιμοποιείται επίσης για να δηλώσει ότι κάποιος καταγίνεται με κάτι, με κάποιο επάγγελμα.

Αλλά κυρίως ασκητής σημαίνει αθλητής.

Αθλητικός βίος είναι ο ασκητικός βίος, δηλαδή ο επίπονος και κοπιαστικός βίος του αθλητή. Και ένα σχετικό απόσπασμα από τον Αριστοφάνη (Λυσ. 1085) : “”και μην ορώ τους Αθηναίους, ώσπερ παλαιστάς άνδρας από των γαστέρων τα ιμάτια αποστέλλοντας, ώστε φαίνεται ασκητικόν τι χρήμα του νοσήματος””. Με άλλα λόγια ο Αριστοφάνης διακωμωδεί τους Αθηναίους ασκητές, δηλαδή τους αθλητές, που σηκώνουν τα ρούχα τους από την κοιλιά για να επιδείξουν τους ασκητικούς, δηλαδή τους γυμνασμένους κοιλιακούς.

Διαχρονική αξία αυτοί οι κοιλιακοί !!

Και επειδή μία εικόνα χίλιες λέξεις – (και άρα λογικά δύο εικόνες, δύο χιλιάδες λέξεις), στην πρώτη εικόνα βλέπετε έναν Έλληνα ασκητή:

Και στην δεύτερη εικόνα βλέπετε το “ασκητικόν του πράγματος” του προηγούμενου ασκητή.

Οι επί μέρους διαφορές ανάμεσα στους Επικούρειους και τους σημερινούς ασκητές, δεν θα αναφερθούν εδώ, εκτός αν παραταθεί η διάρκεια της ομιλίας αυτής κατά τρεις ώρες τουλάχιστον.

Επιγραμματικά αναφέρω ότι τρείς βασικές αρετές του μοναχού – ασκητή είναι η πενία, η αγνεία και η ταπεινότητα. Το θέμα της ταπεινότητας θα μας απασχολήσει.

Ως προς τα υπόλοιπα τα σχόλια περιττεύουν.

Θα παρασπονδήσω από τα παραπάνω για να αναφερθώ μόνο σε μία επί μέρους διαφορά μας. Και αυτό γιατί είναι η διαφορά ανάμεσα στην ζωή και τον θάνατο. Στο ότι οι σημερινοί ασκητές, δηλαδή οι καλόγεροι δεν καπνίζουν, ενώ οι Επικούρειοι καπνίζουν. Ποιος είναι αρνητής του σώματος σ αυτήν την περίπτωση; Αυτοί ή εμείς; Ας θυμηθούμε ότι για τον Επίκουρο το σώμα μας είναι “ιερό”. Και είναι η μόνη περίπτωση εξ όσων γνωρίζω που χρησιμοποιείται αυτή η λέξη στην Επικούρεια φιλοσοφία.

Η Λιτή Ζωή

Εδώ υπάρχει ένα μπέρδεμα. Θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος ότι με τον όρο Επικούρειος ασκητισμός εννοεί τον Επικούρειο λιτό βίο. Καλά, αλλά τότε ας το έλεγε Επικούρειο λιτό βίο. Το “ασκητισμός” λέγεται για να προκαλεί εντυπώσεις και συνειρμούς. Ίσως και διασυρμούς.

Τα περί λιτού βίου το έχουμε ξεκαθαρίσει, ιδίως με την συζήτηση περί πλούτου.

Ο Επικούρειος θα έχει ως μέλημα τον πλούτο, αλλά τον “φυσικό πλούτο”, που έχει ένα όριο. Ο Διογένης Οινοανδέας έγραψε ότι αυτό μοιάζει σα να ρίχνεις νερό σε ένα κανάτι. Μόλις γεμίσει τα κανάτι δεν έχει νόημα να συνεχίζεις.

Ο Επικούρειος Λούκιος Τουρκουάτος εξηγεί στον Κικέρωνα ότι το ανώτατο όριο της ηδονής είναι η παντελής εξάλειψη του πόνου. Από εκεί και πέρα η ηδονή δεν μπορεί να αυξηθεί. Μπορεί μόνο να ποικίλει.

Άλλο κανάτι και εδώ. Και, σωστά το μαντέψατε, οι Επικούρειοι θέλουν το κανάτι της ηδονής γεμάτο μέχρι επάνω.

Η άλλη παρεξήγηση προέρχεται από την διδασκαλία του Επίκουρου ότι με τα λίγα μπορούμε να είμαστε ευτυχισμένοι, χωρίς να χρειαζόμαστε πλούτη και πολυτέλειες.

Ούτε που τους περνάει από το μυαλό ότι αυτή η διδασκαλία μας στηρίζει τους αδύναμους, τους φτωχούς, ότι αυτό οφείλεται στην κοινωνική ευαισθησία της φιλοσοφίας μας. Που είναι μια φιλοσοφία βγαλμένη από την ανάγκη και τον πόνο.

Αναχωρητισμός

Συναφής προς τον ασκητισμό είναι και ο αναχωρητισμός. Υπάρχει, ή δεν υπάρχει αναχωρητισμός όταν κάποιος εφαρμόζει την Επικούρεια φιλοσοφία στην πράξη; Αναχωρητισμός είναι η απομάκρυνση από την κοινωνική ζωή και την κοινωνική δράση. Η άποψή μου είναι ότι από το ιστορικό της φιλοσοφίας μας δεν προκύπτει κάτι τέτοιο. Αντίθετα η κοινωνία και η πολιτική θα είχαν αποκτήσει ουσιαστική δυναμική αν ακολουθούσαν τον Επικούρειο τρόπο. Ο Επικούρειος θα ασχοληθεί με την πολιτική όταν υπάρχει σπουδαίος λόγος. Αυτό μας το μεταφέρει ο Σενέκας. Συνδυάστε το με την “δόξα” ότι δεν πρέπει να εκφράζουμε απορίες, αλλά να προτείνουμε λύσεις με επιχειρήματα. Στην πράξη, σήμερα, ένας τέτοιος τρόπος θα πετούσε στα σκουπίδια πολιτική κουβεντούλα δεκαετιών. Την μη συμμετοχή σε αυτή την κουβεντούλα και τον πόλεμο των εντυπώσεων, πολλοί την χαρακτηρίζουν αποχή από την πολιτική, αναχωρητισμό.

Θεωρώ ότι το θέμα αυτό το θέμα του αναχωρητισμού διογκώθηκε και απασχολεί επειδή παραμορφώθηκε κυριολεκτικά από τον Πλούταρχο. Ο Πλούταρχος δεν έχει την ακραία εντιμότητα του Κικέρωνα. Είναι εμπαθής. Η ενασχόληση με τα κοινά, γράφει, απαιτεί τις αρετές της σωφροσύνης, της ανδρείας και της δικαιοσύνης. Και εσείς οι Επικούρειοι, αντί να ασχοληθείτε με αυτά, ασχολείστε με το τι θα ρίξετε στο στομάχι σας. Περιττό να πούμε ότι οι τρεις παραπάνω αρετές που αναφέρονται είναι κυρίαρχες αρετές της Επικούρειας φιλοσοφίας. Ο Πλούταρχος και το σινάφι του, πολύ απλά, θέλουν τους Επικούρειους να είναι όμοιοι με όλους τους άλλους.

Θα προχωρήσουμε τώρα στο τρίτο τμήμα της εισήγησης που αφορά την “Επικούρεια ταπεινότητα”.

Ταπεινότητα

Θυμάμαι που ο Αγάθωνας, ο συμπολίτης μας μουσικός, έδινε μία συνέντευξη στην τηλεόραση επ΄ ευκαιρία της συμμετοχής του στον Ευρωπαϊκό διαγωνισμό τραγουδιού. Μία δημοσιογράφος, στηριζόμενη στις δικές της πεποιθήσεις σχετικά με το καλό και το αγαθό, προσπάθησε να τον κολακέψει : Εσείς, του λέει, που είσαστε ένας σεμνός και ταπεινός άνθρωπος . . . . . Η αντίδραση του Αγάθωνα ήταν απολαυστική: Δεν είμαι ούτε σεμνός, ούτε ταπεινός.

Ήταν πολύ ωραία στιγμή. Βγήκε κάτι από την Ελληνική κοσμοθέαση στο γυαλί. Γιατί οι Έλληνες δεν θεωρούσαν καθόλου κολακευτικό να τους ονομάζουν ταπεινούς, δηλαδή άθλιους και αδύναμους. Γιατί αυτό σήμαινε στην αρχαία Ελλάδα η λέξη ταπεινός. Και αυτή η λέξη, “ταπεινός”, ηχούσε στο Ελληνικό αφτί με έναν τόνο, ένα τονικό χρώμα στο οποίο υπερτερεί η έννοια του “δυστυχισμένου”. (3) Αυτό εν μέρει ισχύει και σήμερα και φαίνεται στην ροή της έκφρασης “ταπεινός και καταφρονεμένος”.

Όταν, λοιπόν, κάποιος χαρακτηρίζει τους Επικούρειους “ταπεινούς” το εννοεί με την Ελληνική έννοια; Προφανώς όχι. Το εννοεί με την έννοια που δίνει το ρεύμα που ξεκίνησε από την Μέση Ανατολή και εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα. Γι αυτούς όμως ταπεινότητα περιγράφεται από την Αγία Γραφή : “. . . ντυθείτε την ταπεινοφροσύνη, επειδή ο Θεός αντιτάσσεται στους υπερήφανους, στους ταπεινούς όμως δίνει χάρη”. (Επιστολή Πέτρου Α΄ 5: 5 – 6).


(Οι παρακάτω εικόνες δείχνουν την ταπεινότητα στην ακραία της μορφή. Η εικόνες είναι σκληρές και θα τις εμφανίσουμε για πολύ λίγο στην οθόνη):

Ο Νίτσε είναι και πάλι καυστικός για τους ταπεινούς. “Τα σκουλήκια είναι πολύ συνετά όντα, γι΄ αυτό, όταν τα πατούν μαζεύονται ώστε να μη τα ξαναπατήσουν. Ωστόσο, η ηθική δίνει σ΄αυτό το φαινόμενο την ονομασία ταπεινοφροσύνη”. (4) Είναι φανερό ότι υπάρχει μεγαλύτερη εκτίμηση για τα σκουλήκια, παρά για τους ταπεινούς.

Είναι και φανερό όμως ότι η ταπεινότητα για τους ανατολίτες είναι η αρετή που πολεμάει την υπερηφάνεια. Και υπερήφανοι, κατά την Ελληνική έννοια είναι “οι μέγα φρονούντες” . Και αυτή ακριβώς η ερμηνεία του όρου, κατά το λεξικό των Λίντελ και Σκοτ, μας οδηγεί στην Επικούρου Προσφώνηση 45: Η μελέτη της φύσης δημιουργεί ανθρώπους σοβαρούς και αυτάρκεις και υπερήφανους γι αυτό που είναι.(5)

Γεώργιος Καπλάνης
Γραφικά: Έλλη Πένσα


(1) “Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα”, Κεφ. Για τους περιφρονητές του σώματος.
(2) “Επικουρείων Δόξαι” του Χρήστου Γιαπιτζάκη, 139.
(3) Φρίντριχ Νίτσε, “Γενεαλογία της Ηθικής”, Πρώτη Πραγματεία, κεφ. 10.
(4) “Το Λυκόφως των Ειδώλων”, Μερικά Πιστεύω και Ευφυολογήματα, παρ 31.
(5) “ΟΥ ΚΟΜΠΟΥΣ ΟΥΔΕ ΦΩΝΗΣ ΕΡΓΑΣΤΙΚΟΥΣ ΟΥΔΕ ΤΗΝ ΠΕΡΙΜΑΧΗΤΟΝ ΠΑΡΑ ΤΟΙΣ ΠΟΛΛΟΙΣ ΠΑΙΔΕΙΑΝ ΕΝΔΕΙΚΝΥΜΕΝΟΙΣ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΖΕΙ, ΑΛΛΑ ΣΟΒΑΡΟΥΣ ΚΑΙ ΑΥΤΑΡΚΕΙΣ ΚΑΙ ΕΠΙΤΟΙΣ ΙΔΙΟΙΣ ΑΓΑΘΟΙΣ ΟΥΚ ΕΠΙ ΤΗΣ ΤΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ ΜΕΓΑ ΦΡΟΝΟΥΝΤΕΣ”

Δηλαδή, η έρευνα της φύσης δεν διαμορφώνει τους ανθρώπους κομπορρήμονες – καυχησιάρηδες, που ασχολούνται με λεκτικές κατασκευές, ούτε επιδειξίες της μόρφωσης που εκτιμούν οι πολλοί. Αντίθετα τους κάνει αξιοπρεπείς και αυτάρκεις και υπερήφανους για τον εαυτό τους (την προσωπική τους αξία) και όχι για την αξία που έχουν τα αποκτήματα έξω από αυτούς.

Θεωρώ ότι η υπερηφάνεια που αναφέρει ο Επίκουρος, ενώ περιέχει το “μέγα”, δεν περιέχει αλαζονεία και επίδειξη, με αναφορά στον ίδιο τον άνθρωπο και όχι στα εξωτερικά στοιχεία. Για παράδειγμα, άλλο είναι να είσαι περήφανος που έχεις τον τίτλο του γιατρού και σπίτι στα ακριβά προάστια και άλλο να είσαι περήφανος για την αξία σου ως γιατρός.

Θεσσαλονίκη, Μάιος 2015


Φωτογραφίες από την εισήγηση-συζήτηση …