Α. Εισαγωγή
Η λέξη «παρρησία» στα Νέα Ελληνικά έχει την έννοια της ελεύθερης έκφρασης της προσωπικής γνώμης με θάρρος και ειλικρίνεια. Ετυμολογικά προέρχεται από τα Αρχαία, είναι σύνθετη λέξη από το παν + ρήσις και έτσι κυριολεκτικά σημαίνει «όλα τα λόγια» ή «να λέγονται όλα».
Στην Αρχαία Ελληνική Δημοκρατία η παρρησία ήταν αποτέλεσμα της ισηγορίας, της ισονομίας και της ισοκρατίας, και προάσπιζε την δημοσιότητα, την διαφάνεια και την διαβούλευση. Με την άνοδο των Ελληνιστικών Βασιλείων και την βαθμιαία μετατροπή των πολιτών σε υπηκόους, η έννοια του ελεύθερου πολιτικού λόγου έπαψε να υφίσταται και η παρρησία περιορίστηκε σε ιδιωτική αρετή, βασικό χαρακτηριστικό της φιλίας, όπως ήδη έχει αρχίσει να διαφαίνεται από τα χρόνια του Ισοκράτη. Η πραγματεία «Πώς αν τις διακρίνειε τον κόλακα του φίλου» (Πώς να διακρίνεις τον κόλακα από τον φίλο) από τα Ηθικά του Πλούταρχου έχει ακριβώς αυτό το θέμα.
Από τα σωζόμενα γραπτά του Επίκουρου, την λέξη παρρησία την συναντάμε μόνο μια φορά, στην Επίκουρου Προσφώνησις XXIX: «Διότι εγώ βεβαίως θα προτιμούσα μελετώντας την Φύση να ανακοινώσω με παρρησία αυτά που είναι ωφέλιμα σε όλους τους ανθρώπους, ακόμη και αν δεν συμφωνήσει κανείς μαζί μου, παρά να συμβιβάζομαι με τις κοινότοπες δοξασίες και να καρπώνομαι τον συχνό έπαινο των πολλών». Ο Φιλόδημος όμως έχει αφιερώσει στο θέμα την πραγματεία «Περί Παρρησίας», που είναι μέρος του γενικότερου έργου «Περί Ηθών και Βίων». Από το τελευταίο μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η παρρησία αναφέρεται στο ηθικό κομμάτι της Επικούρειας φιλοσοφίας.
Όμως στην συγκεκριμένη φιλοσοφία, κάθε Ηθικό προκύπτει από το Φυσικό και το Κανονικό. Ας ξεκινήσουμε λοιπόν με την προσπάθεια να εξετάσουμε την έννοια της παρρησίας από αυτή την οπτική γωνία.
Β. Η Παρρησία και το Φυσικό/Κανονικό
Η Φύση αποτελείται από άπειρα άτομα και το κενό, τον χώρο δηλαδή που επιτρέπει την ασταμάτητη κίνησή τους. Οτιδήποτε παρατηρούμε γύρω μας είναι αποτέλεσμα της συμπλοκής τους. Ο διαφορετικός τρόπος που συνδέονται αυτά τα δομικά υλικά του σύμπαντος παράγουν διαφορετικά αποτελέσματα: το διαμάντι και το κάρβουνο αποτελούνται από τα ίδια ακριβώς άτομα, με μόνη διαφορά τον τρόπο που αυτά συνδέονται μεταξύ τους, όπως αρέσκεται να μας υπενθυμίζει ο φίλος Γ. Καπλάνης στον Κήπο.
Σύμφωνα με τον Κανόνα και την Επικούρεια μεθοδολογία που προκύπτει από αυτόν, θα χρησιμοποιήσουμε τις αισθήσεις και τα συναισθήματά μας για να αντλήσουμε δεδομένα από την φύση, τα οποία θα αποθηκέψουμε στην μνήμη μας ώστε να τα συγκρίνουμε με τις ήδη αποθηκεμένες προλήψεις. Τελικά, μέσα από την ανάλυση αυτών των δεδομένων θα προκύψουν τα ανάλογα συμπεράσματα, που θα μας παράσχουν τις απαραίτητες πληροφορίες για να ενεργήσουμε προς όφελός μας, αντιδρώντας έτσι στα ερεθίσματα που αρχικά διέγειραν τα αισθητήριά μας. Ο κάθε άνθρωπος συνειδητά ή ασυνείδητα ενεργεί με αυτόν τον τρόπο.
Πάλι σύμφωνα με τον Επικούρειο Κανόνα, τα φαινόμενα που περιγράφονται από αυτά τα δεδομένα θα κριθούν βάσει της ενάργειας, δηλαδή του προφανούς ή του ολοφάνερου, οπότε και θα επιβεβαιωθούν ή θα αμφισβητηθούν. Επειδή όλα τα φαινόμενα δεν έχουν τον ίδιο βαθμό ενάργειας, εύκολα κατανοούμε ότι όσο πιο προφανές και ολοφάνερο είναι κάποιο, τόσο πιο ασφαλή συμπεράσματα θα προκύψουν από αυτό, και συμπερασματικά θα έχουμε πιο υψηλή πιθανότητα οφέλους. Και επειδή οι Επικούρειοι «συλλέγουμε όχι μόνο τα σημάδια που εμφανίζονται σε μας ή που ελέγχονται από την εμπειρία μας, αλλά επίσης και τα φανερά που λαμβάνονται από την παρατήρηση των άλλων» (Περί Σημειώσεων, XXXII), ο τρόπος μεταβίβασης των πληροφοριών από τον έναν άνθρωπο στον άλλον αποκτά ιδιαίτερη σημαντικότητα στην μεθοδολογία της κρίσης και της λήψης απόφασης.
Η παρρησία των Επικούρειων έχει την χρησιμότητα της εξασφάλισης αυτής ακριβώς της μεταβίβασης της ενάργειας. Φανταστείτε έναν που έχει παρατηρήσει ικανοποιητικά ένα φαινόμενο, που όμως δεν το μεταφέρει στους υπόλοιπους όπως το προσέλαβε παρά αλλοιωμένο: η χρησιμότητα που θα είχαν οι υπόλοιποι από την παρατήρηση έχει εκμηδενιστεί, ή όπως λέει ο σοφός λαός μας «η μισή αλήθεια είναι χειρότερη από το ψέμα».
Ο Παναγιώτης Παπαβασιλείου με τον Σάκη Καβακόπουλο που συντόνισε τη συζήτηση που ακολούθησε
Όταν εργαζόμουν σε μια πολυεθνική εταιρία ως οικονομικός αναλυτής και ήμουν δηλαδή μέλος ενός πληροφοριακού συστήματος, αντλούσα τα δεδομένα από το λογιστήριο, τα αποθήκευα στον Η/Υ και αφού τα ανέλυα, μεταβίβαζα την εξαγόμενη πληροφορία στην διοίκηση για την περαιτέρω λήψη αποφάσεων. Και αν το τίμημα της λανθασμένης μεταβίβασης πληροφοριών θα μπορούσε να ήταν απλά μια απόλυση, σκεφτείτε τις επιπτώσεις που θα είχε μια τέτοια δυσλειτουργία στο σύστημα γιατρός-ασθενής.
Η χρησιμότητα όμως της παρρησίας σε γνωσιολογικό επίπεδο δεν σταματά με την απομάκρυνση του θορύβου από τον δίαυλο επικοινωνίας της παρατήρησης. Ας γυρίσουμε πίσω στην ετυμολογία της λέξης, «να λέγονται όλα», και ας θυμηθούμε μαζί τα λόγια του Επίκουρου: «Όταν όμως κάποιος άλλο αφήνει κι άλλο δεν απορρίπτει, παρ’ όλο που κατά τον ίδιο τρόπο συμφωνεί με τα φαινόμενα, αυτός είναι φανερό ότι βρίσκεται μακριά από κάθε μελέτη της φύσης και κατρακυλάει στον μύθο» (Διογ. Λαέρτιος X, 87, «Επιστολή προς Πυθοκλή»). Η πρόταση αυτή, που αναφέρεται στην μέθοδο των πολλαπλών αιτιών (πλεοναχόν τρόπον) ή πλειότιμη λογική, ανάγει την παρρησία σε πρωταρχικό συστατικό στοιχείο της ίδιας της απόκτησης της γνώσης, αφού μέσω αυτής θα έχουμε στην διάθεσή μας όσο το δυνατόν περισσότερες παρατηρήσεις για ένα φαινόμενο.
Η ταχεία διάχυση της πληροφόρησης σε κάθε άτομο του συστήματος, η δημοσιότητα δηλαδή που είναι άλλο ένα χαρακτηριστικό της παρρησίας, συμβάλλει αποτελεσματικά όχι μόνο στην ανάδραση, αλλά και στον έλεγχο του ίδιου του συστήματος. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στην Επικούρεια Φιλοσοφία δεν δεχόμαστε αυθεντίες και a priori γνώσεις. Τα συμπεράσματα που εξάγουμε εμπειρικά υπόκεινται σε διαρκή έλεγχο με το κριτήριο της αδιανοησίας, βάσει του οποίου «κάτι που στερείται κάθε ομοιότητας με το φαινόμενο είναι αδιανόητο» (Περί Σημειώσεων, XXI).
Ανακεφαλαιώνοντας, η μέθοδος της παρρησίας, που προσφέρει άμεσα στον χρήστη του Κανόνα το μέγιστο δυνατό πλήθος αξιόπιστων παρατηρήσεων, εξασφαλίζει την ποιότητα της εφαρμογής του ίδιου του Κανόνα. Στα ανοικτά πληροφοριακά συστήματα μάλιστα, όπως είναι ο Κήπος, η ενθάρρυνση της παρρησίας ενισχύει την διαδικασία της αρνητικής εντροπίας, των εισροών δηλαδή με την μορφή πληροφόρησης από το περιβάλλον, συμβάλλοντας έτσι στην αποτροπή της αποδιοργάνωσης ή και της καταστροφής τους. Η εντροπία είναι η έννοια μέσω της οποίας μετράται η αταξία ενός συστήματος, της οποίας η μέγιστη τιμή αντικατοπτρίζει την πλήρη αποδιοργάνωση και ισοδυναμεί με την παύση της ζωής ή αλλιώς της εξέλιξης.
Ειδικά όμως στον Κήπο, όπου το κάθε άτομο έχει την δική του βαρύτητα, ικανή να προκαλέσει κίνηση και δράση, η παρρησία επιταχύνει και ενισχύει την ανάδραση των υπολοίπων ατόμων, αυξάνοντας την γνώση με γεωμετρική πρόοδο και διασφαλίζοντας την ηδονή τους μέσω της φιλίας.
Γ. Από το Φυσικό/Κανονικό στο Ηθικό
Αφού εξετάσαμε την έννοια της παρρησίας στο Φυσικό και το Κανονικό, έχουμε πλέον τις βάσεις για να προχωρήσουμε στο Ηθικό επίπεδο, στις πράξεις δηλαδή που θα επιλέξουμε ή θα αποφύγουμε με σκοπό την απόκτηση της ηδονής και την διατήρηση αυτής της ευδαιμονικής κατάστασης.
Όπως είδαμε προηγουμένως, ο τρόπος σύνδεσης των ατόμων ενός συστήματος καθορίζει σε σημαντικότατο βαθμό το αποτέλεσμα που θα παραχθεί από αυτό. Και όταν στην Επικούρεια Ηθική αναφερόμαστε στην σύνδεση των ατόμων, δηλαδή στις διαπροσωπικές σχέσεις, η σκέψη μας πηγαίνει αμέσως στις αρετές της Φιλίας και της Δικαιοσύνης.
Μία αναγκαία συνθήκη για την σύναψη φιλικών σχέσεων είναι η ειλικρίνεια μεταξύ των φίλων. Ακόμη και μεταξύ κατεργαρέων απαιτείται ειλικρίνεια, οι οποίοι μπορεί να αντιμετωπίζονται από όλους τους άλλους εχθρικά, αλλά μεταξύ τους είναι φίλοι. «Να πράττεις στα κρυφά αναγκαστικά είναι εξαιρετικά μη-φιλικό [αφιλώτατον], οπωσδήποτε» μας λέει ο Φιλόδημος στο Περί Παρρησίας (41). Και συνεχίζει: «Αυτός που δεν αναφέρει πράγματα είναι φανερό ότι τα αποκρύπτει και από τον καλύτερό του φίλο. Και δεν υπάρχει κανένα πλεονέκτημα για τον κρυψίνου. Διότι τίποτα δεν παραμένει κρυφό».
Τα τελευταία χρόνια, λόγω των παιδιών μου, παρακολουθώ τακτικά σχολεία γονέων. Εκεί μας τονίζουν διαρκώς ότι δεν θα πρέπει να αποκρύπτουμε πράγματα από τα παιδιά μας, αλλά να προσπαθούμε με ειλικρίνεια να τους εξηγήσουμε το κάθε φαινόμενο. Έτσι δεν θα χάσουμε ποτέ την εμπιστοσύνη τους. Κι εγώ θέλω να παραμείνω για πάντα φίλος με τα παιδιά μου. Η ειλικρίνεια είναι αναγκαία αλλά ωστόσο όχι από μόνη της ικανή συνθήκη μιας φιλικής σχέσης. Ο συνδυασμός της όμως με την κοινή ωφέλεια θωρακίζει την πραγματική φιλία.
Οι φίλοι μας είναι ο μεγαλύτερος πλούτος που θα αποκτήσουμε στην σύντομη, υπερπολύτιμη ζωή μας. Ο Φιλόδημος στο Περί Οικονομίας μας δίνει μια εκπληκτική αναλογία μεταξύ της φιλίας και του πλούτου: «το να διαχειρίζεται κανείς την περιουσία του (…) και το να διατηρεί φίλους ο σοφός είναι πράγματα που ταιριάζουν» (XV). Η διαχείριση της περιουσίας απαιτεί κόστος, όπως και η διατήρηση της φιλίας. Πόσο μεγαλύτερο κόστος και πόνο θα είχαμε όμως εάν χάναμε αυτά τα δύο; Και αν το κόστος για την συντήρηση του πλούτου είναι ευκολονόητο, το κόστος της φιλίας ποιο είναι; Και μήπως με όλα αυτά ξεφύγαμε από το θέμα μας;
Καθόλου! Σύμφωνα με την εμπειρία μου, το να κάνεις έναν φίλο σου να νιώσει άσχημα ή να νιώσεις άσχημα από αυτόν είναι από τα χειρότερα συναισθήματα που μπορείς να βιώσεις. Η παρρησία, όσο καλοπροαίρετη και αν είναι, πολλές φορές θα πονέσει, όχι μόνο τον φίλο που θα την δεχτεί, αλλά και αυτόν που θα την παράσχει. Το όφελος όμως που θα επιφέρει και στους δυο θα είναι πολύ μεγαλύτερο. Το ίδιο το κοινό μας όφελος λοιπόν στρέφει τους φίλους προς την παρρησία. Ο Φιλόδημος παρομοιάζει τον πρόσκαιρο πόνο της παρρησίας και την ηδονική κατάσταση που αυτή επιφέρει με το πικρό φάρμακο που χρησιμοποιούν οι γιατροί για να θεραπεύσουν.
Φανταστείτε μια παρέα φίλων, όπου ο κάθε φίλος αποκαλύπτει σε όλους τους άλλους με παρρησία κάθε ευχάριστο ή δυσάρεστο που έχει παρατηρήσει και αυτο-αποκαλύπτει πάλι με παρρησία κάθε ευχάριστο ή δυσάρεστο που ο ίδιος έπραξε. Σε μια τόσο ολοφάνερη σχέση δύσκολα θα χωρούσαν παρεξηγήσεις… Ιδού ο έλεγχος της φιλίας, που τόσο παραστατικά ο φίλος Δ. Λιαρμακόπουλος περιγράφει στην υπό έκδοση Ευτοπία του! Και μέσω του ελέγχου δεν θα επιβεβαιωθεί ή θα αμφισβητηθεί απλά ποιος και κατά πόσο είναι φίλος ή κόλακας ή μαύρος κόρακας…
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον με αυτές τις συνθήκες, ο κάθε φίλος μπορεί να αυτο-και-ετερο-βελτιωθεί μέσω των άλλων, πετώντας ως άχρηστη την ατέρμονη ενδοσκόπηση της αυτογνωσίας στο απύθμενο κενό πηγάδι που η ίδια δημιουργεί. Εμάς μας αρκεί η μελέτη της φύσης των πραγμάτων και η απόκτηση φίλων. Ιδού και η ψυχοθεραπεία μεταξύ των φίλων που συνεχώς μας τονίζει ο φίλος Χ. Γιαπιτζάκης στα κείμενά του που αναφέρονται στην παρρησία! Ο Φιλόδημος θα συμφωνούσε μαζί του γράφοντας ότι «λόγω των καλών ιδιοτήτων μας θα συμβάλλουμε στην αλλαγή του χαρακτήρα των φίλων με την συζήτηση» (Περί Παρρησίας, 43).
Σε κάθε περίπτωση η ομιλία με παρρησία οδηγεί προς την ηδονή. Εμείς οι Επικούρειοι ωστόσο δεν θα επιλέξουμε κάθε διαθέσιμη ηδονή, αλλά αυτές που θα αποφέρουν μεγαλύτερη διάρκεια στην ηδονική μας κατάσταση. Ανάλογα, επειδή ο τρόπος που θα εφαρμόσουμε την παρρησία θα επηρεάσει το αποτέλεσμα, θα πρέπει να προσαρμοστεί κατά περίπτωση, με στόχο την απόκτηση του μεγαλύτερου οφέλους, δηλαδή της μεγαλύτερης διάρκειας της ηδονής. Είναι φανερό πως δεν θα μιλήσουμε στους φίλους με τον ίδιο τρόπο που θα μιλήσουμε στους άλλους, η παρρησία εντούτοις είναι δεδομένη και στις δυο περιπτώσεις. Αλλιώς θα μιλήσουμε σε έναν νέο, αλλιώς σε έναν γέρο, αλλιώς σε έναν που εύκολα οργίζεται, στον επιθετικό, στον υπερόπτη ή στον μοχθηρό και αλλιώς σε έναν που είναι φοβισμένος, ευγενικός, διστακτικός ή καλοπροαίρετος. Εδώ και αν ισχύει ο Κανόνας και ο πλεοναχός τρόπος! Να που στην βάση της μεθόδου της παρρησίας βρίσκεται η αρετή της φρόνησης, η βάση όλων των αρετών.
Προς αρωγή μας σε αυτό το δύσκολο έργο έρχονται και οι αρετές της εγκράτειας και της γενναιότητας. Με την εγκράτεια δεν θα οργίσουμε ή απογοητεύσουμε κάποιον με τα λόγια μας, ούτε θα οργιστούμε ή θα απογοητευτούμε δεχόμενοι την παρρησία του άλλου, ενώ με την γενναιότητα θα έχουμε το θάρρος να τα πούμε και να τα δεχτούμε όλα. Βέβαια, όσο πιο φιλική είναι η σχέση μας, τόσο λιγότερο θα κάνουμε χρήση των αρετών της εγκράτειας και της γενναιότητας.
Με παρρησία θα μιλήσουμε σίγουρα στον στενότερο κύκλο της Φιλίας, αλλά και στον ευρύτερο κύκλο της κοινωνίας που αφορά την αρετή της Δικαιοσύνης. Τέτοια είναι η εμπιστοσύνη μας στην φύση των πραγμάτων και της εξέλιξης, που γνωρίζουμε ότι ο κάθε άνθρωπος μπορεί να βελτιωθεί, χωρίς προσηλυτισμούς, αρκεί να το θελήσει. Ο αισιόδοξος Φιλόδημος γράφει σχετικά: «Δεν θα θεωρηθεί ότι ο σοφός μιλά σε ανίατο ασθενή. Και δεν θα επικοινωνήσει με όλους αλλά με μερικούς, δηλαδή με όσους εκούσια αποδεχθούν τα λόγια του» (Περί Παρρησίας, 84). Έτσι, δεν προασπίζουμε απλά το «μη βλάπτειν αλλήλους μηδέ βλάπτεσθαι» (ΚΔ 31), αλλά προάγουμε το «δι’ αλλήλους σώιζεσθαι» (Περί Παρρησίας, 36), την σημαντικότερη ηθική διδαχή που μας προσφέρει ο Φιλόδημος μέσα από το έργο του.
Δ. Συμπέρασμα
Στους Κήπους της αρχαιότητας, ο Φιλόδημος πάλι μας πληροφορεί ότι ο σοφός καλοπροαίρετα και με φρόνηση θα νουθετήσει με παρρησία τους μαθητές για να διορθωθούν, ωστόσο το ίδιο καλοπροαίρετα και με παρρησία και λόγω της φρόνησής του θα δεχτεί κι αυτός με την σειρά του τις νουθεσίες, όχι μόνο των υπολοίπων σοφών, αλλά φυσικά και των μαθητών του, «γιατί πώς θα μισήσει αυτόν που σφάλλει (…), όταν ξέρει ότι και ο ίδιος δεν είναι τέλειος και να υπενθυμίζει ο ίδιος στον εαυτό του ότι ο καθένας είναι εξοικειωμένος με το να σφάλλει;» (Περί Παρρησίας, 46).
Όλοι μας κάνουμε λάθη. Και όλοι μας διαπιστώνουμε τα λάθη των άλλων. Μέσα από αυτά άλλωστε μαθαίνουμε. Αλλά οι διαπιστώσεις από μόνες τους δεν είναι αρκετές για να βελτιωθούμε, χρειάζονται και οι ανάλογες πράξεις. Η μέθοδος της παρρησίας δεν είναι μια εύκολη πρακτική, ούτε για αυτόν που την προσφέρει, ούτε για αυτόν που την δέχεται, αφού όπως μόλις είδαμε, ακόμη και οι σοφοί μπορούν να προοδεύσουν στην χρήση της. Εντούτοις, όσο δύσκολη πρακτική και αν είναι, θα μας παράσχει τις κατάλληλες συνθήκες για να ευδοκιμήσουν η ειλικρίνεια, η κατανόηση και η εμπιστοσύνη, τα βασικά συστατικά της φιλίας.
Στον σύγχρονο Κήπο Θεσσαλονίκης όλοι είμαστε ταυτόχρονα δάσκαλοι και μαθητές. Αναλογιζόμενοι την φύση των πραγμάτων και εμπνεόμενοι από την βαριά κληρονομιά μας, γνωρίζουμε ότι ο κάθε ένας έχει κάτι λίγο να διδάξει και πολλά ακόμη να μάθει από τους υπόλοιπους φίλους. Έτσι έχουμε οργανώσει οριζόντια την ομάδα μας, για να πατά το κάθε άτομο γερά τα πόδια του στην γη και όχι στον σβέρκο του άλλου, σχηματίζοντας μια πυραμίδα. Και το σύστημα αυτό, που βασίζεται στο κοινό όφελος, την φιλία, στον κοινό τρόπο σκέψης, τον Κανόνα, και στον κοινό τρόπο πράξης, την παρρησία, παράγει έργο!
Όπως το κείμενο αυτό που, αφού διαμορφώθηκε με παρρησία με την συνεργατική μας διάθεση στον Κήπο, ελέγχθηκε με παρρησία από τους φίλους πριν σας το εισηγηθώ εδώ απόψε και θα ελεγχθεί περαιτέρω πάλι με παρρησία και από όλους εσάς στην συνέχεια. Έτσι ελαχιστοποιήθηκε ο κόπος, μοιράστηκε η γνώση, οχυρώθηκε η φιλία και μεγιστοποιήθηκε η ηδονή.
Μετά Παρρησίας,
Παναγιώτης Παπαβασιλείου