Search
Close this search box.

Η ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΜΙΑΣ ΛΕΞΗΣ: ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ

Η λέξη διαλέγω στην αρχαία σημαίνει ό τι και σήμερα: κάνω επιλογή, ξεδιαλέγω, ξεχωρίζω κάτι από κάτι άλλο. Το ίδιο ρήμα στην παθητική φωνή είναι το διαλέγομαι, το οποίο όπως και σήμερα είχε και στην αρχαιότητα περισσότερες σημασίες: συνομιλώ με κάποιον, συσκέπτομαι, συζητώ, πραγματεύομαι.
Η λέξη διαλεκτικός, -η, ον είναι επίθετο παράγωγο από το διαλέγομαι. Πρώτη φορά κάνει χρήση της λέξης ο Πλάτων στον Κρατύλο, όπου γράφει: (390 c) «Τον δε ερωτάν και αποκρίνασθαι επιστάμενον άλλο τι συ καλείς ή διαλεκτικόν;» (Αυτόν που κατέχει την τέχνη του να ρωτάει και να αποκρίνεται πώς αλλιώς τον αποκαλείς εκτός από διαλεκτικό;).

  
Η έννοια δηλαδή με την οποία ο Πλάτωνας εισάγει τον όρο στη φιλοσοφία είναι του ικανού συζητητή που γνωρίζει με τις ερωτοαπαντήσεις να οδηγεί τη συνομιλία σε συμπεράσματα. Την τέχνη αυτή την επέδειξε ο ίδιος στους διαλόγους του, παρουσιάζοντάς την ως τέχνη που ασκούσε με μοναδικό τρόπο ο δάσκαλός του ο Σωκράτης.
Βεβαίως, δεν επρόκειτο για ζωντανή αναμετάδοση κάποιων συνεδριών, και τίποτε δεν αποδεικνύει πως επρόκειτο γι αυθεντικές συζητήσεις, που έγιναν ακριβώς ή έστω κάπως έτσι. Είναι μεταφορές φανταστικών διαλόγων, οι οποίοι οδηγούσαν – εκμαίευαν όπως ειπώθηκε καλύτερα – στην διατύπωση της φιλοσοφικής άποψης του συγγραφέα τους την οποία παρουσίαζαν ως συμπέρασμα της συγκεκριμένης κάθε φορά συζήτησης.
Το σικέ δηλαδή σε όλο του το μεγαλείο.

Κάτι αντίστοιχο με τα μυθιστορήματα της Άγκαθα Κρίστι. Δεν θαυμάζουμε την ανακάλυψη του δολοφόνου, αλλά τον τρόπο με τον οποίο μας τον αποκαλύπτει κάθε φορά. Εκεί βρίσκεται η τέχνη της που ταυτίζεται με το δαιμόνιο του ήρωά της του Πουαρό. Μόνο που μετά από το 2ο, 3ο έργο στο 4ο, αν δεν είμαστε λάτρεις των αστυνομικών ιστοριών, πηγαίνουμε κατ’ ευθείαν στο τελευταίο κεφάλαιο. Δεν υποτιμούμε όμως την τέχνη της συγγραφέως γιατί δεν αμφιβάλλουμε για το δικαίωμά της να έχει επιλέξει και να γνωρίζει τον δολοφόνο.

Το πλατωνικό έργο όμως αφορά τη φιλοσοφία. Έτσι το εξέτασε κι Επίκουρος. Εκτός από τα ίδια τα φιλοσοφικά συμπεράσματα του Πλάτωνα έκρινε και τη διαδικασία που φτάνουμε σ’ αυτά. Στην καλύτερη των περιπτώσεων πρόκειται για την τέχνη που οδηγεί τη γνώση στις περιοχές που επιθυμεί ο ικανότερος σ’ αυτήν. Επομένως ως προς την αλήθεια των πραγμάτων τέχνη αποπροσανατολιστική. Ο Διογένης Λαέρτιος μας πληροφορεί πως οι επικούρειοι «την διαλεκτικήν ως παρέλκουσαν αποδοκιμάζουσιν».


Ο Πλάτων όμως το είχε πάει και πιο μακριά με την διαλεκτική. Στον Φίληβο όταν μιλά για τα θεία πράγματα λέει πως «η του διαλέγεσθαι δύναμις…» η διαλεκτική δηλαδή «…την περί το ον και το όντως και το κατά ταυτόν αεί πεφυκός γνώσιν», που θα πει πως  (η διαλεκτική) ασχολείται με το ον και την αλήθεια του όντος και με ό τι από τη φύση του είναι παντοτινά το ίδιο, που σημαίνει, όπως παρατηρεί ο Θεοδωρίδης, πως διαλεκτική ο Πλάτων λέει την ίδια τη φιλοσοφία και διαλεκτικό το φιλόσοφο (Εισαγωγή στη φιλοσοφία, σελ224).

Η περίοδος εκείνη σημαδεύεται και από την σοφιστική και οι σοφιστές αποδείχτηκαν μεγάλοι τεχνίτες στη χρήση του λόγου, έτσι που κατοπινοί αρχαίοι σχολιαστές να αποδώσουν και σ’ εκείνους τον όρο διαλεκτικός και να θεωρήσουν εφευρέτη της μ’ αυτή την έννοια διαλεκτικής τον Ζήνωνα τον Ελεάτη. Ο ίδιος φιλόσοφος σύμφωνα με την σύγχρονη έννοια της διαλεκτικής που θα δούμε για λίγο μετά θεωρείται, παραδόξως, ο κατ’ εξοχήν αντιδιαλεκτικός1. Το θύμα μας στην περίπτωση εκτός από τη φιλοσοφία είναι και η ίδια η λέξη «διαλεκτική».


Συνεχίζω με τον Θεοδωρίδη: «Η διαλεκτική πήρε διάφορες σημασίες μετά τον Πλάτωνα (…) Για τον Αριστοτέλη είναι τρόπος συλλογιστικός, που φέρνει σε πιθανότητες (…), για τους στωικούς είναι η λογική. Στα μέσα χρόνια έχει μεγάλη τιμή. Είναι η επιστήμη που μελετάει την ουσία, δουλεύει με την απαγωγή, από γενικές προτάσεις δηλαδή φτάνει σε μερικά συμπεράσματα. Αντίθετα γίνεται ύποπτη στην Αναγέννηση και για τον Καντ είναι «η λογική του φαινομενικού», τέχνη σοφιστική εριστική που πηγάζει από την κατάχρηση της λογικής…»

Η πανηγυρική αναβίωση του όρου διαλεκτική γίνεται από τον Χέγκελ και με την καινούρια της εκδοχή είναι ο τρόπος που αντικρίζουμε και ερμηνεύουμε την πραγματικότητα. Ο Χέγκελ υποστήριξε πως με την διαλεκτική του, ξανάφερε στο προσκήνιο την αρχαία σοφία και συγκεκριμένα τον Ηράκλειτο. 
Ο Ηράκλειτος λοιπόν για διαφορετικούς λόγους από τον Πλάτωνα με τη βοήθεια του Χέγκελ, με μια εννοιολογική ακροβασία του όρου έγινε διαλεκτικός

Η διδασκαλία του για την ενότητα των αντιθέτων, τη συνεχή ροή και αλλαγή των πάντων χαρακτηρίστηκε διαλεκτική της φύσης. Κι έπειτα την έννοια διαλεκτική την πήρε το ποτάμι.

Τα πάντα ορίστηκαν ως διαλεκτικά. Όλα όσα βρίσκονται σε διαρκή αλληλεπίδραση η ίδια η ύλη στη φύση, οι άνθρωποι μεταξύ τους, η κοινωνία και οι άνθρωποι μέσα στην κοινωνία, οι οικονομικές σχέσεις που βρίσκονται σε συνεχή αλληλεπίδραση όλα αυτά «συνομιλούν» με διαλεκτικό τρόπο, βρίσκονται δηλαδή σε διαλεκτική σχέση μεταξύ τους. Και η ρέουσα θέση τους αντιτίθεται η μια στην άλλη κι έτσι γεννούν μια νέα θέση, το γνωστό: θέση, αντίθεση, σύνθεση.

Η τιμή με την οποία περιποιείται η σύγχρονη φιλοσοφία τη διαλεκτική είναι ξεχωριστή. Υποκειμενική και αντικειμενική διαλεκτική, μεταφυσική διαλεκτική, Μαρξ, Ένγκελς, διαλεκτικός υλισμός, ό τι υπάρχει και είναι «ικανό» σύμφωνα με τους φιλοσόφους να διαλέγεται. 
Ο όρος στις σύγχρονες γλώσσες είναι αμετάφραστος – η διαλεκτική είναι dialectic και στα αγγλικά και στα γερμανικά, ενώ για το «διαλέγομαι» οι ευρωπαϊκές γλώσσες διαθέτουν δική τους λέξη

Την ουσία του πράγματος, είτε πρόκειται για συμπαντικό νόμο είτε πρόκειται για φιλοσοφική θεωρία είτε για μέθοδο ερμηνείας των φαινομένων είτε για την αρχαία τέχνη του διαλέγεσθαι, θα την εξετάσουμε μια επόμενη φορά. Το προχωράμε. Η επικούρεια φιλοσοφία αποδέχεται την αέναη κίνηση και αλλαγή. Οι σύγχρονοι το είπαν αυτό διαλεκτική. Μένει να απαντήσουμε αν οι επικούρειοι συμμεριζόμαστε την εφευρετικότητά τους.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1. Ο Ζήνων ο Ελεάτης (490 – 425 π.Χ.) ήταν μαθητής του Παρμενίδη. Ο Αριστοτέλης τον αποκαλούσε εφευρέτη της διαλεκτικής μεθόδου. Σύμφωνα όμως με την σύγχρονη έννοια της διαλεκτικής ο Ζήνων είναι απολύτως αντιδιαλεκτικός, καθώς υποστήριζε πως ο χρόνος αποτελείται από σημειακές στιγμές και επομένως η κίνηση είναι κάτι που δεν υφίσταται (το παράδοξο του βέλους).

Δημήτρης Λιαρμακόπουλος
5/12/2016