Μου έχει συμβεί να μεταφέρω λανθασμένα την Κύρια Δόξα 31 του Επίκουρου, που μας λέει: «Τὸ τῆς φύσεως δίκαιόν ἐστι σύμβολον τοῦ συμφέροντος εἰς τὸ μὴ βλάπτειν ἀλλήλους μηδὲ βλάπτεσθαι», με το λάθος να αφορά την μετατροπή του συνδέσμου «μηδέ» σε «ίνα μη», με προφανή αν και απροσδόκητη επίδραση από το χριστιανικό: «μη κρίνετε ίνα μη κριθείτε».
Όμως το λάθος αυτό ήταν αφορμή να αναρωτηθώ γιατί ο Επίκουρος επέλεξε τη συγκεκριμένη έκφραση κι όχι την άλλη! Υπάρχει διαφορά και πού βρίσκεται; Γιατί δηλαδή δεν είπε «ίνα μη», μήπως του ήταν άγνωστος ο τελικός σύνδεσμος;
Το «ίνα μη» έχει μπει στη ζωή μας από τα μικράτα μας. Όλοι έχουμε ακούσει κι έχουμε προφέρει με ύφος περισπούδαστο: «Μη κάνεις στους άλλους αυτό που δε θέλεις να σου κάνουν».
Για θυμηθείτε όσοι έχετε παιδιά, μήπως είχατε τέτοιο διάλογο με τον πιτσιρικά σας;
- Γιατί το χτύπησες το παιδάκι βρε ζωντόβολο; Δεν είπαμε πως δεν τα χτυπάμε τα άλλα παιδάκια;
- Αυτός με χτύπησε πρώτος πατέρα!
- Α! έτσι… Ναι αλλά όλο και κάτι θα του είπες; Μήπως το έβρισες το παιδάκι;
- Αυτός πρώτος μου έβρισε… τον πατέρα μου, πατέρα!
- Α! αν είναι έτσι, αλλάζει το πράγμα…
Γνήσια εφαρμογή του μωσαϊκού: οφθαλμόν αντί οφθαλμού. Ή μήπως του είχατε προτείνει το εκτός εφαρμογής χριστιανικό: «Τι κι αν σε χτύπησε. Εσύ δεν έπρεπε να το χτυπήσεις». Μήπως είχατε προσθέσει και το: «Γιατί δεν γύρισες και το άλλο σου μάγουλο»; Αποκλείεται.
Το «ίνα μη», φίλοι μου, καταργεί την αυτονομία του ηθικού κανόνα. Το μη βλάπτειν τελεί υπό την απειλή του βλάπτεσθαι. Το συμφέρον του μη βλάπτεσθαι υπαγορεύει το μη βλάπτειν. Έχουμε έτσι μια ηθική συμπεριφορά υπό διαρκή αίρεση.
Μια ηθική του υπολογισμού, είναι μια ηθική από πριν καταργημένη. Και είναι ταυτόχρονα ένα ανελεύθερο εκβιαστικό δίλημμα και μια διαρκής εκκρεμότητα που αποδεικνύεται αυτό-εκπληρούμενη προφητεία. Γιατί όταν το «ίνα μη» αίρεται, αίρεται επίσης και το «μη βλάπτειν». Εξάλλου, ναι μεν ο φόβος είναι φυσικό συναίσθημα, όμως φυσικότατο είναι και το ρίσκο.
Γιατί κάποτε θα σκεφτούμε: Για να δούμε τι θα μου κάνει; Κι αν εγώ τον βλάψω σε βαθμό 8 στην κλίμακα του 10 κι αυτός απαντήσει απ’ το καθόλου ως το 5, κερδίζω το λιγότερο 3. Την επόμενη φορά θα καβαλήσω το 10 οπωσδήποτε. Έτσι κάνουμε όταν βρίσκουμε κορόιδα. Αν μάλιστα τους βλάψω ομαδικά ποιος θα εναντιωθεί σε μια τέτοια επίδειξη τόλμης; Το πιθανότερο να με προσεταιριστούν παρά να μου αντιταχθούν.
Συμπέρασμα: Ο σύνδεσμος πρόθεσης «ίνα», του μη βλάπτειν αλλήλους ίνα μη βλάπτεσθαι, εισάγει κλάσμα, όπου στην απλοποίηση τα ομότιμα «μη» καταργούνται, κι εκείνο που μας μένει, είναι η ζούγκλα που βιώνουμε.
Ο Επίκουρος και βέβαια, δεν θα έθετε σε τέτοια δοκιμασία την αταραξία μας. «Ο δίκαιος είναι ατάραχος ενώ όποιος αδικεί γεμάτος ταραχή» (Κύρια Δόξα 17), είχε πει. Και ξεκαθάρισε συμπληρώνοντας: «εκεί που δε συμφώνησαν στο πρωταρχικό μη βλάπτειν αλλήλους μηδέ βλάπτεσθαι νομοθετούν για να ρυθμίσουν τα αρρύθμιστα. Εκεί δε μπορεί να γίνει λόγος για δίκαιο και άδικο» (Κύρια Δόξα 32, σε ελεύθερη απόδοση).
Όταν τα διατύπωσε αυτά, η κοινωνική ζωή είχε διαμορφωθεί έτσι που το φυσικό δίκαιο ήταν αντικείμενο μόνο της φιλοσοφίας, ευσεβής πόθος ορισμένων μόνο από τους σοφιστές. Γι αυτό δεν απορούμε για τον πλεονασμό του «μηδέ βλάπτεσθαι», ενώ προηγείται το «μη βλάπτειν αλλήλους». Εδώ το υποκείμενο φορέας της βλαπτικής ενέργειας αποπροσωποποιείται και επεκτείνεται στην κοινωνία. Μας υποψιάζει για το «λάθε βιώσας» και για το «κακόν ανάγκη αλλ’ ουδεμία ανάγκη ζην μετ’ ανάγκης».
Αυτός είναι και ο λόγος για το μικρό αυτό πόνημα. Γιατί εύλογα θα αναρωτιόσαστε: τι ασχολείσαι βρε Δημητρό, δεν έχεις άλλη δουλειά να κάνεις; Διαπιστώνω όμως, πως η φιλοσοφία που μελετάμε είναι μια ολοκληρωμένη και απόλυτα συνεπής συνταγή του ευζήν που δεν μπάζει από πουθενά.
Με το «ίνα μη» θα μας έμπλεκε σε ταραχές. Με το «μηδέ» μας δίνει τη λύση του «παίρνω τα κουβαδάκια μου και πηγαίνω πιο πέρα». Όταν δε σου κάνει η κοινωνία που σου φτιάξανε κάνε τη δική σου κοινωνία, όπως το λέει ο Θεοδωρίδης, γιατί το να είσαι ευτυχισμένος είναι αδιαπραγμάτευτο.
Το «ίνα μη» είναι το συστατικό στοιχείο της ανταγωνιστικής κοινωνίας. Μια και βρεθήκαμε μέσα της, όλοι αναμετράμε τις δυνάμεις μας. Η ευτυχία μας όμως εντοπίζεται και στις διαφυγές. Κι αυτός είναι ένας ικανός λόγος για το στερέωμα της επικούρειας φιλίας.
Δημήτρης Λιαρμακόπουλος